Κορωνο-ομόλογο: Μια παλιά πρόταση για ένα σύγχρονο πρόβλημα

21 Απριλίου 2020

Η πανδημία του COVID-19 και η επακόλουθή του υγειονομική κρίση έχει μια σαφή και ιδιαίτερα ανησυχητική οικονομική διάσταση. Στο ξέσπασμα του ιού, και ιδιαίτερα μετά τα πρώτα κρούσματα στην Ευρώπη, οι εθνικές κυβερνήσεις ανά τον κόσμο έσπευσαν να σχεδιάσουν και να ανακοινώσουν μια σειρά αυστηρών μέτρων πολιτικής προστασίας με στόχο τον περιορισμό των θανάτων και την διάσωση της δημόσιας υγείας. Σχολεία, πανεπιστήμια, πάρκα και δημόσιοι χώροι έκλεισαν, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις χρειάστηκαν να αναστείλουν τη λειτουργία τους. Τα μέτρα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα ένα συντριπτικά μεγάλο μέρος της παγκόσμιας οικονομίας να τεθεί εκτός λειτουργίας, δηλαδή να «παγώσει» επ’ αόριστον.

Ταυτόχρονα με το πάγωμα της οικονομίας, οι κυβερνήσεις καλούνται να δαπανήσουν χρήμα για την αντιμετώπιση της κρίσης. Στις δαπάνες του δημόσιου τομέα προστίθεται ο ιατρικός εξοπλισμός, η πρόσληψη έκτακτου ειδικού προσωπικού, η προμήθεια φαρμάκων και τροφίμων για ευπαθείς ομάδες, καθώς επίσης και η έκτακτη στήριξη των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα. Εφόσον, λόγω της πανδημίας, τα κράτη δεν μπορούν να εισπράξουν φόρους, τα παραπάνω χρήματα αναγκαστικά θα τα βρουν μέσω δανεισμού, και πιο συγκεκριμένα εκδίδοντας κρατικά ομόλογα.

Η πρόταση των χωρών του ευρωπαϊκού νότου

Τα προβλήματα, ωστόσο, δεν τελειώνουν εδώ. Όσο περισσότερο πλήττονται οι εθνικές οικονομίες, τόσο λιγότερο αξιόπιστες θεωρούνται για την αποπληρωμή των ομολόγων. Παραδοσιακά, όσο λιγότερο αξιόπιστος είναι ένας δανειολήπτης, τόσο λιγότερο πρόθυμοι είναι οι δανειστές να τον χρηματοδοτήσουν. Συνεπώς, η κρίση στην οποία βρίσκονται τα κράτη έχει ως αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού τους να αυξάνεται και το δημόσιο χρέος να διογκώνεται. Από τη μια τα κράτη χρειάζονται να δανειστούν χρήμα για να αντιμετωπίσουν τον ιό, από την άλλη ο ιός κάνει τον δανεισμό περισσότερο κοστοβόρο.

Προκειμένου να βρεθεί λύση στο πρόβλημα, εννέα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ των οποίων η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία και η Ελλάδα, πρότειναν τη δημιουργία ενός κοινού, ευρωπαϊκού ομολόγου, το οποίο ονομάστηκε κορωνο-ομόλογο. Η έκδοση αυτού του ιδιαίτερου χρεόγραφου θα επέτρεπε στα κράτη μέλη της Ε.Ε να δανειστούν με ένα κοινό επιτόκιο αντλώντας κεφάλαια από ένα κοινό ταμείο. Με το κορωνο-ομόλογο θα έπαυαν, θέματα αξιοπιστίας, αφού η αποπληρωμή του θα είχε την εγγύηση όλων των ευρωπαϊκών κρατών.

«τα εννέα κράτη μέλη πέρα από χρήμα, είχαν στόχο να δανειστούν και λίγη από την αξιοπιστία των ανθεκτικών ευρωπαϊκών οικονομιών»

Με την πρόταση αυτή, τα εννέα κράτη μέλη πέρα από χρήμα, είχαν στόχο να δανειστούν και λίγη από την αξιοπιστία των ανθεκτικών ευρωπαϊκών οικονομιών όπως είναι η Γερμανία και η Ολλανδία. Η ισχυρή φερεγγυότητα αυτών των οικονομιών θα μείωνε το επιτόκιο του ομολόγου με αποτέλεσμα οι χώρες του νότου να δανείζονται με αρκετά χαμηλότερο κόστος από ό,τι αν δανείζονταν η κάθε μία ξεχωριστά.

Τα αίτια της απόρριψης

Παρά τις πιέσεις των εννέα κρατών, η πρόταση για ένα κοινό ευρωπαϊκό ομόλογο απορρίφθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η ιδέα προσέκρουσε στο επιχείρημα ότι ένα τέτοιο ομόλογο θα έδινε κίνητρο στις χώρες του νότου να χαλαρώσουν τις δημοσιονομικές τους δεσμεύσεις και να αναλάβουν υπέρμετρα δημόσια χρέη. Η έκδοση ομολόγου κατευθείαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και με τη συμμετοχή όλων των κρατών μελών, θα παρείχε φθηνό δανεισμό στα αδύναμα κράτη, ενώ παράλληλα κανένα από αυτά τα κράτη δεν θα είχε την πλήρη ευθύνη για την αποπληρωμή του δανείου. Έτσι, οι κυβερνήσεις θα δανείζονταν υπερβολικά μεγάλα χρηματικά ποσά, χωρίς να ανησυχούν για την δυνατότητά τους να το αποπληρώσουν. Αν ένα κράτος δεν μπορεί να αποπληρώσει το δάνειο, η «ζημιά» θα καλυφθεί από τα υπόλοιπα κράτη. Συνεπώς κάθε χώρα θα  ήταν λιγότερο προσεκτική στη διαχείριση του δημόσιου χρέους. Τελικά, το κορωνο-ομόλογο θα επωφελούσε τα κράτη του νότου εις βάρος των αξιόπιστων και οικονομικά ανθεκτικών κρατών του βορρά.

Τόσο η πρόταση ενός ευρωπαϊκού ομολόγου, όσο ο λόγος απόρριψής του  έχουν απασχολήσει ξανά την Ε.Ε στο παρελθόν. Συγκεκριμένα, το 2009 από κοινού η ιταλική και η ελληνική κυβέρνηση εισηγήθηκαν την έκδοση κοινού ευρωπαϊκού ομολόγου ώστε να καταπολεμηθούν οι επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Η πρόταση δεν εφαρμόσθηκε ούτε τότε. Αιτία ήταν και πάλι η ανάγκη να μην διογκωθούν τα εθνικά δημόσια χρέη. Αντί του ομολόγου θεσμοθετήθηκε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, μέσω του οποίου τα οικονομικά ασθενή κράτη δανείσθηκαν, όχι με τη χρήση ομολόγων αλλά υπό τον όρο ότι θα εφαρμόσουν αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα. Ο μηχανισμός, αυτός, σήμανε και την εφαρμογή του λεγόμενου πρώτου μνημονίου στη χώρα μας.

Μια δεκαετία αργότερα, οι ευρωπαίοι ηγέτες, αντιμέτωποι με μια παγκόσμια υγειονομική κρίση, αποφεύγουν να συμφωνήσουν μια κοινή στρατηγική χρηματοδότησης, προβάλλοντας τη σημασία των εθνικών οικονομικών στόχων έναντι της κοινής ευρωπαϊκής ανάπτυξης. Τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί από τις εθνικές κυβερνήσεις και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φαίνεται να παρέχουν μια προσωρινή, και για πολλούς ανεπαρκή λύση στις οικονομικές επιπτώσεις του ιού. Η πανδημία και τα ενδεχόμενα οικονομικής κατάρρευσης που θα την ακολουθήσουν φαίνεται πως απειλεί όχι μόνο τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων ευρωπαίων, αλλά και το ίδιο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, το οποίο θα διασωθεί μόνο εάν πρυτανεύσει η εμπιστοσύνη και η υπευθυνότητα.

Διαβάζοντας αυτό το άρθρο κατάλαβα:

Τι είναι το κορωνο-ομόλογο

Ποιοι ήταν οι λόγοι απόρριψής του

Το άρθρο ήταν χρήσιμο